(Αύγουστος μήνας και κάνει ζέστη -Το δικό μου μήνυμα με διαφορετικό τρόπο)
Μια αλληγορική ιστορία για την πόλη, τη φωνή των ανθρώπων και την ομορφιά που δεν πρέπει να ξεριζώνεται.
Στην καρδιά μιας μικρής μεσογειακής πόλης, εκεί όπου οι δρόμοι μύριζαν βασιλικό, γιασεμί και γεράνι, ζούσαν οι Ανθώνες. Δεν ήταν απλώς γλάστρες ή διακοσμητικά στοιχεία. Ήταν οι σιωπηλοί φύλακες της αισθητικής, οι μυστικοί συνομιλητές των περαστικών, οι μικροί πρεσβευτές της χαράς και της ομορφιάς της πόλης μας.
Οι Ανθώνες είχαν το δικό τους ημερολόγιο. Ήξεραν πότε έφτανε η τουριστική περίοδος, πότε οι εστιάτορες άνοιγαν τις αυλές τους, πότε οι καταστηματάρχες στόλιζαν τις βιτρίνες τους. Ήταν εκεί, πάντα, σαν μια υπόσχεση ότι η πόλη δεν είναι μόνο πέτρα και άσφαλτος , είναι και χρώμα και άρωμα και ζωή!
Μια μέρα, χωρίς προειδοποίηση, ήρθε η Απόφαση. Δεν είχε πρόσωπο, δεν είχε φωνή. Ήταν ένα χαρτί που έλεγε: «Οι Ανθώνες πρέπει να φύγουν». Κανείς δεν ήξερε ποιος το υπέγραψε. Ο Δήμαρχος ήταν σε διακοπές, οι σύμβουλοι αμήχανοι και σιωπηλοί και κάποιοι με φωνή που δεν ακουγόταν και οι δρόμοι άρχισαν να χάνουν το πράσινο τους.
Οι εστιάτορες αντέδρασαν. «Μα είναι οι φίλοι μας», είπαν. «Οι πελάτες τους φωτογραφίζουν, τα παιδιά τους ποτίζουν, οι τουρίστες τους θαυμάζουν». Οι καταστηματάρχες διαμαρτυρήθηκαν. «Χωρίς αυτούς, η πόλη μοιάζει άδεια». Οι πολίτες έγραψαν, μίλησαν, φώναξαν. Αλλά οι Ανθώνες ήδη φορτώνονταν σε φορτηγά, με τα φύλλα τους να τρέμουν σαν να καταλάβαιναν.
Ένας μικρός Δημοτικός σύμβουλος, ο Γρηγόρηςς, αποφάσισε να γράψει μια επιστολή. Δεν ήταν επίσημη. Ήταν μια ιστορία. Την ονόμασε «Ανθώνων Ιστορίες». Την έστειλε σε όλα τα τοπικά μέσα. Δεν είχε πολιτική γλώσσα, ούτε καταγγελίες.
Μόνο εικόνες:
Μια γιαγιά που κάθε πρωί χαιρετούσε τις γλάστρες.
Ένα παιδί που έμαθε να μετράει τα πέταλα.
Ένας τουρίστας που έβγαλε την πιο όμορφη φωτογραφία της ζωής του μπροστά σε έναν ανθώνα.
Η ιστορία έγινε viral. Οι πολίτες την μοιράστηκαν. Οι Δημοτικοί σύμβουλοι την διάβασαν. Ο Δήμαρχος, επιστρέφοντας από τις διακοπές του, βρήκε την πόλη γεμάτη μηνύματα: «Φέρτε πίσω τους Ανθώνες». Και τότε, για πρώτη φορά, κάλεσε όλους σε διάλογο.
Οι Ανθώνες γύρισαν. Όχι όλοι, κάποιοι είχαν μαραθεί από τη θλίψη. Αλλά γύρισαν αρκετοί και προστέθηκαν άλλοι καινούργιοι, για να ξαναρχίσει η πόλη να ανθίζει και κάθε χρόνο, την ίδια μέρα, οι πολίτες γιορτάζουν τις «Ανθώνων Ιστορίες». Όχι σαν ανάμνηση μιας διαμάχης, αλλά σαν υπενθύμιση ότι η ομορφιά δεν είναι πολυτέλεια. Είναι δικαίωμα.!
Ανδρέας Γρηγοριάδης
Δημοτικός Σύμβουλος
Ανθρώπινης Πόλης