Η σημερινή τελετή αποτελεί για εμάς υπενθύμιση ότι η ελευθερία που σήμερα απολαμβάνουμε δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένη ανέφερε ο Υπουργός Άμυνας Βασίλης Πάλμας σητν εκδήλωση μνήμης και τιμής προς τους εθελοντές του Β Παγκοσμίου Πολέμου της κοινότητας Αναρίτας προσθέτοντας πως η διασφάλιση της εδαφικής ακεραιότητας της πατρίδας μας, η προάσπιση των αρχών, των αξιών και των ιδανικών μας, δεν ήταν ποτέ αυτονόητες, ούτε μας χαρίστηκαν.
Ο κ. Πάλμας σημείωσε πως η ιστορική μας διαδρομή και όλοι οι αγώνες για προάσπιση της ελευθερίας ποτίστηκε σε πολλές περιπτώσεις με το αίμα και τα δάκρυα των προγόνων μας.
Πρόσθεσε πως η εκδήλωση στην Αναρίτα, αποτελεί ελάχιστο φόρο τιμής στους συμπατριώτες μας που προσέτρεξαν να υπερασπιστούν τις πανανθρώπινες αξίες και τα ιδανικά της ελευθερίας, της δημοκρατίας και του δικαίου.
Αναλαμβάνοντας βαρύ φορτίο από τις παρακαταθήκες που μας παρέδωσαν όλοι οι ηρωικώς πεσόντες σε όλους τους αγώνες της πατρίδας μας, οφείλουμε συνέχισε, και εμείς με ορθοφροσύνη, ενότητα και ομοψυχία, να πορευτούμε στον δρόμο που θα οδηγήσει στη λύτρωση και την ειρηνική επανένωση της πατρίδας μας. Οι Κύπριοι είπε ο Υπουργός Άμυνας δικαιούνται να αισθάνονται υπερήφανοι για την προσφορά τους στην παγκόσμια συστράτευση κατά των δυνάμεων του Άξονα σημειώνοντας πως κατέβαλαν βαρύ τίμημα σε φονευθέντες, τραυματίες και συλληφθέντες.
Η δε ελληνοβρετανική προσέγγιση και φιλία κατά τη διάρκεια του πολέμου και μετά από αυτόν, όπως είπε, αναπτέρωσαν τις ελπίδες για μια συμμαχική μεταπολεμική «ανταπόδοση» στις θυσίες του κυπριακού λαού. Οι προσδοκίες αποδείχτηκαν και πάλι φρούδες ελπίδες, αφού αργότερα στο Συνέδριο της Ειρήνης των Παρισίων, το κυπριακό ζήτημα δεν συζητήθηκε και παρέμεινε εκτός των μεταπολεμικών διευθετήσεων, συμπλήρωσε. Ο Υπουργός Άμυνας ανέφερε πως η Πολιτεία, αναγνωρίζοντας το ηθικό της χρέος και ως ελάχιστο δείγμα ευγνωμοσύνης προς τους άντρες και τις γυναίκες που τίμησαν την Κύπρο με τη δράση τους, ανταποκρίθηκε θετικά στο αίτημα του Παγκύπριου Συνδέσμου Πολεμιστών Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, και προχώρησε στην έκδοση του Μητρώου Κυπρίων Εθελοντών. Πρόκειται συνέχισε, για ένα διαχρονικό αίτημα, το οποίο αποτελούσε χρέος προς τους χιλιάδες πεσόντες συμπολεμιστές τους, αλλά και μια ζωντανή παρακαταθήκη για να υπενθυμίζει στις επόμενες γενιές την κυπριακή συμβολή εναντίον των δυνάμεων του ολοκληρωτισμού.
Σε αυτό το πλαίσιο, η Επιτροπή Καταρτισμού και Τήρησης του Μητρώου Κυπρίων Εθελοντών του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, σε συνεργασία με τον διακεκριμένο ιστορικό Πέτρο Παπαπολυβίου, προχώρησε σε μια ιδιαίτερα σημαντική επιστημονική και ερευνητική προσπάθεια είπε ο κ. Πάλμας. Μέσα από τη συστηματική ανάλυση και στατιστική επεξεργασία των αρχείων του «Κυπριακού Συντάγματος» και της «Εθελοντικής Δύναμης», προχώρησε στην έκδοση του βιβλίου «Οι Κύπριοι Εθελοντές του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου: Τα μητρώα, οι κατάλογοι και ο φόρος αίματος».
Στο εξαιρετικής σημασίας επιστημονικό πόνημα παρουσιάζονται, όπως είπε, τα μητρώα όσων κατατάγηκαν και υπηρέτησαν στο «Κυπριακό Σύνταγμα» και την «Εθελοντική Δύναμη». Παράλληλα, περιλαμβάνονται αναλυτικοί κατάλογοι των Κυπρίων που εντάχθηκαν σε άλλες Μονάδες του Βρετανικού Στρατού, αλλά και εκείνων που υπηρέτησαν σε στρατιωτικούς σχηματισμούς συμμαχικών χωρών, όπως της Ελλάδας, της Αυστραλίας και των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής.
Ο Υπουργός Άμυνας ανέφερε πως στον μεγαλύτερο, πιο καταστροφικό και φονικό πόλεμο της παγκόσμιας ιστορίας, τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, στον οποίο έλαβαν μέρος περισσότεροι από 100 εκατομμύρια άνθρωποι από περισσότερες από 30 χώρες και έχασαν τη ζωή τους πέραν των 50 εκατομμυρίων, το τίμημα της συμμετοχής των Κυπρίων υπήρξε βαρύ, αφού εκατοντάδες ήταν οι τραυματίες, οι αγνοούμενοι και αυτοί που έχασαν τη ζωή τους και περισσότεροι από δύο χιλιάδες αιχμαλωτίστηκαν. Οι Κύπριοι συνέχισε, ανταποκρίθηκαν κατά χιλιάδες στο κάλεσμα των αγγλικών αρχών για κοινή συστράτευση στον αγώνα του δημοκρατικού κόσμου εναντίον του φασισμό-ναζισμού, με στόχο την προάσπιση της ελευθερίας, του δικαίου, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, της ατομικής και εθνικής αξιοπρέπειας.
Πρόσθεσε πως πάνω από 16.000 εθελοντές κατατάγηκαν στον βρετανικό στρατό και μερικές εκατοντάδες σε άλλους συμμαχικούς στρατούς στους τόπους όπου διέμεναν. Την 1η Σεπτεμβρίου του 1939, αμέσως μετά την εισβολή της Γερμανίας στην Πολωνία, η Βρετανία σημείωσε, κήρυξε τον πόλεμο εναντίον των δυνάμεων του Άξονα, προσθέτοντας πως η Κύπρος, ως «Αποικία του Στέμματος» από το 1925, βρέθηκε άμεσα εμπλεκόμενη.
Στις 8 Σεπτεμβρίου 1939, εκδόθηκε η πρώτη ανακοίνωση από τον Άγγλο κυβερνήτη που αφορούσε την πρόσκληση για κατάταξη 500 Κυπρίων στο βρετανικό στρατό, στις ειδικότητες μαγείρων, γραφέων και οδηγών αυτοκινήτων.
Τελικά από τις εκατοντάδες που υπέβαλαν ενδιαφέρον, επιλέγηκαν 54 ως στρατιώτες και 63 ως οδηγοί, οι οποίοι αποστάλθηκαν στην Αίγυπτο στα μέσα Οκτωβρίου.
Το Νοέμβριο συνέχισε, κατατάγηκαν και οι πρώτοι 500 εθελοντές ημιονηγοί ή κατά τον κόσμο «μουλάρηδες», οι οποίοι τον Δεκέμβριο αναχώρησαν επίσης για την Αίγυπτο.
Η βρετανική προπαγάνδα που διοχετευόταν τεχνηέντως με συνθήματα όπως, «εντασσόμενοι στον βρετανικό στρατό πολεμάτε για την Ελευθερία» και οι υποσχέσεις για καλό μισθό, επίδομα εξωτερικού, δωρεάν τροφή και ιατρική περίθαλψη, οδήγησε είπε ο Υπουργός Άμυνας τους Κυπρίους, ειδικότερα από τα μεσαία και τα φτωχά στρώματα να ζητήσουν να ενταχθούν στο «Κυπριακό Σύνταγμα», η ίδρυση του οποίου ανακοινώθηκε επίσημα στις 17 Φεβρουαρίου 1940.
Το «Κυπριακό Σύνταγμα» συγκροτήθηκε σε λόχους ημιονηγών, σκαπανέων, τεχνικών μηχανικών, μεταφορών, κινητών πλυντηρίων και άλλων, οι οποίοι έλαβαν μέρος σε διάφορες επιχειρήσεις στην Αφρική, στη Μέση Ανατολή, στη Γαλλία, στην Ιταλία και στην Ελλάδα.
Πέραν τούτου, από τον Αύγουστο του ’40 συστάθηκε και η «Κυπριακή Εθελοντική Δύναμη», που είχε αυξημένα καθήκοντα πολιτοφυλακής στο νησί.
Η απρόκλητη επίθεση της φασιστικής Ιταλίας εναντίον της Ελλάδας στις 28 Οκτωβρίου 1940, οδήγησε τους Κυπρίους συνέχισε, σε αυθόρμητες παλλαϊκές εκδηλώσεις συμπαράστασης, υποχρεώνοντας τις αρχές να καταργήσουν σταδιακά όλους τους «ανελεύθερους» νόμους και τα απαγορευτικά διατάγματα που ίσχυαν από την προηγούμενη περιόδο της «Παλμεροκρατίας».
Η εθνική έπαρση, όπως είπε, προκάλεσε ταυτόχρονα και την έξαρση του εθελοντικού ρεύματος. Χιλιάδες Κύπριοι, με πρωτοβουλία της Εκκλησίας, ενεγράφηκαν σε ειδικούς καταλόγους ως εθελοντές, για να υπηρετήσουν στον ελληνικό στρατό. Όμως, η βρετανική αποικιακή κυβέρνηση απέτρεψε τη μαζική στρατολόγηση, φοβούμενη τις μεταπολεμικές επιπτώσεις από την επιστροφή των χιλιάδων απόμαχων, με την ιδιότητα του Έλληνα στρατιώτη.
Μέχρι το 1950, οπότε διαλύθηκε επίσημα το «Κυπριακό Σύνταγμα», σε όλα τα στρατιωτικά του τμήματα κατατάγηκαν είπε ο κ. Πάλμας γύρω στους 12.200 εθελοντές. Επιπλέον 4.400 υπηρέτησαν στην «Κυπριακή Εθελοντική Δύναμη. Αξιοσημείωτο γεγονός αποτελεί και η υπηρεσία 800 γυναικών σε διάφορα σώματα.
Οι αριθμοί είναι ομολογουμένως εντυπωσιακοί σημειώνει , αρκεί, όπως είπε, να αναλογιστούμε ότι ο πληθυσμός του νησιού ανέρχετο τότε, μόλις στις 400 χιλιάδες κατοίκους.
Οι Κύπριοι πεσόντες και αποβιώσαντες του Κυπριακού Συντάγματος και άλλων βρετανικών σωμάτων ανήλθαν συνολικά στους 374. Τάφοι και κενοτάφια βρίσκονται διάσπαρτα σε 71 κοιμητήρια και μνημεία πολέμου, σε 23 διαφορετικές χώρες. Ενδεικτικά αναφέρεται είπε, ότι σχεδόν οι μισοί βρίσκονται θαμμένοι σε κοιμητήρια της Ελλάδας και της Αιγύπτου. Η κοινότητα της Αναρίτας είχε το δικό της μερτικό στο παγκύπριο κάλεσμα για μαζική συστράτευση. Σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία, συνολικά 29 κάτοικοι κατατάγηκαν εθελοντικά, αριθμός εντυπωσιακός αν αναλογιστούμε ότι ο πληθυσμός του χωριού ανέρχετο εκείνη την περίοδο σε 400, συμπλήρωσε ο κ. Πάλμας .
Ανάμεσά τους πρόσθεσε « συγκαταλέγονται και δύο Τουρκοκύπριοι συμπολίτες μας, συγγενείς των οποίων βρίσκονται σήμερα μαζί μας, και τους ευχαριστούμε θερμά για την παρουσία και την τιμητική τους συμμετοχή».
Είπε ακόμη πως από τους 29 εθελοντές, οι 25 υπηρέτησαν στο Κυπριακό Σύνταγμα, ενώ οι υπόλοιποι 4 εντάχθηκαν στην Κυπριακή Εθελοντική Δύναμη.
Οι εννέα από αυτούς αιχμαλωτίστηκαν, βίωσαν απάνθρωπες συνθήκες, στερήσεις, ψυχική και σωματική εξουθένωση στα στρατόπεδα συγκεντρώσεως, ενώ ένας, ο Χριστοφή Λαμπριανός έχασε τη ζωή του και αναπαύεται σε στρατιωτικό κοιμητήριο στο Μιλάνο της Ιταλίας.
Την εκδήλωση άνοιξε ο πρόεδρος του Κ.Σ. Αναρίτας Μιχάλης Νικάνδρου ανέφερε μεταξύ άλλων πως « σε εκείνα τα σκοτεινά χρόνια , όταν ο κόσμος ολόκληρος δοκιμάζονταν , από την τυρανία και τηνκαταστροφή , η μικρή μας κοινότητα τότε, δεν έμεινε αμέτοχη», προσθέτοντας πως « άνθρωποι απλοί καθημερινοί, άφησαν πίσω τις οικογένειες τις δουλειές τους και τα όνειρα τους για να πολεμήσουν για την ελευθερία, τη δικαιοσύνη και την ανθρώπινη αξιοπρέπεια».Δεκάδες είπε κάτοικοι της Αναρίτας, ήταν μεταξύ των 35.000 Ελληνοκυπρίων, Τουρκοκυπρίων, Μαρωνιτών , Αρμενίων και Λατίνων που υπηρέτησαν στο πλευρό των συμμάχων , πολεμόντας σε διάφορα μέτωπα , στην Ελλάδα, την Ιταλία, στην Μέση Ανατολή και στη Βόρεια Αφρική.
Εξάλλου σε σύντομο χαιρετισμό του ο πρώην Υπουργός Άμυνας και απόδημος Αναρίτας Χαράλαμπος Πετρίδης ανέφερε πως οι εθελοντές πολέμησαν οικειοθελώς χωρίς κανένα απολύτως αντάλλαγμα προσθέτοντας πως δεν είναι εύκολο να προσφέρεις ιδιαίτερα με κίνδυνο την ίδια σου την ζωή. Εθελοντές είπε υπήρξε και ο θείος του.
Εξάλλου σε χαιρετισμό τους ο πρόεδρος του Συνδέσμου Αποδήμων Αναρίτας Κύπρος Μιχαηλίδης ανέφερε μεταξύ άλλων πως αποτελεί ιδιαίτερη χαρά για τον ίδιο να αποτελεί μέλος της ομάδας για να ανευρεθούν στοιχεία και ιστορικά ντοκουμέντα και μαρτυρίες για την συμμετοχή και δράση συγχωριανών τους οι οποίοι με την συμβολή στο κυπριακό σύνταγμα και την εθελοντική δύναμη Κύπρου τίμησανκαι τιμούν το όνομα της κοινότητας Αναρίτας.
Ακολούθησε σύντομη παρουσίαση της δράσης ενός εκάστου των εθελοντών από την δημοσιογράφο Λένια Τσαδιώτου. Η εκδήλωση ολοκληρώθηκε με την απονομή των πλακετών στις οικογένειες των εθελοντών.