Γιαννάκη Λ. Ομήρου
Πρώην Προέδρου Βουλής των Αντιπροσώπων
Τα τελευταία χρόνια επαναλαμβάνεται κατά κόρον η διαπίστωση μιας παρατεταμένης πολιτικής κρίσης. Με χαρακτηριστικά θεσμικής ανεπάρκειας, ελλειμμάτων στο δημοκρατικό διάλογο και έλλειψης εμπιστοσύνης των πολιτών προς την πολιτική διαδικασία.
Αποτέλεσμα, ολοένα και περισσότεροι πολίτες να απογοητεύονται και να αποστρέφουν το πρόσωπο τους από την πολιτική, το πολιτικό προσωπικό και τη θεσμική λειτουργία της πολιτείας. Η οικονομική κρίση έχει επιδεινώσει τα φαινόμενα απαξίωσης και απογοήτευσηςτων πολιτών. Η τεράστια αποχή στις τελευταίες Ευρωεκλογές, που συμπαρέσυραν και τις τοπικές εκλογές, υπήρξε η κορύφωση αυτής της απογοήτευσης.
Έκφραση αυτής της απογοήτευσης είναι επιλογή της ιδιώτευσης και του περιθωρίου και η αποχή από τις εκλογικές διαδικασίες, η οποία παρουσιάζει μια σταθερή αυξητική τάση. Ενώπιον αυτού του ανησυχητικού φαινομένου η αμυντική στάση στην οποία οδηγείται το κράτος, οι θεσμοί, αλλά και οι πολιτικοί θεσμοί του πολιτεύματος δηλαδή τα πολιτικά κόμματα, είναι ότι χειρότερο. Γιατί τροφοδοτεί και επιδεινώνει την κρίση αντί να την θεραπεύει.
Το πρώτο που χρειάζεται είναι μια θαρραλέα παραδοχή, αναγνώριση ότι η κρίση αποτελεί τη φυσιολογική συνέπεια της παθογένειας του πολιτικού συστήματος. Για την οποία Κράτος, Θεσμοί και Πολιτικά Κόμματα πρέπει να αναγνωρίσουν ευθύνες και ταυτόχρονα να υποβληθούν στην αναγκαία αυτοκριτική.
Να παραπέμψουν στις αιτίες, στην αναποτελεσματικότητα της πολιτικής διαδικασίας, στις ελλειμματικές λειτουργίες του πολιτικού συστήματος και των πολιτικών φορέων.
Σε φαινόμενα υπερβολών στις θεμιτές στη δημοκρατία πολιτικές αντιπαραθέσεις, στα φαινόμενα έξαρσης των πελατειακών σχέσεων και της διαμεσολάβησης προς την εξουσία, σε αναντίλεκτα γεγονότα διαφθοράς, λεηλασίας του δημοσίου χρήματος και ατιμωρησίας, στον αγοραίο λαϊκισμό και την αδίστακτη δημαγωγία. Αυτά τα τελευταία, ο λαϊκισμός και η δημαγωγία σε συνδυασμό με ένα άρρωστο σωβινισμό συνιστούν τη μέγιστη απειλή για την ίδια τη δημοκρατία.
Το δεύτερο που θα πρέπει να επισημανθεί είναι ο κίνδυνος από την γενίκευση και την ισοπέδωση ευθυνών και υπευθύνων. Η τάση της ισοπέδωσης, που υιοθετείται κατά κανόνα και από τα Μ.Μ.Ε, στην πραγματικότητα εξυπηρετεί τους ενόχους, αφού η διαφθορά εμφανίζεται να αφορά όλους, το σύνολο των πολιτικών φορέων και το σύνολο του πολιτικού προσωπικού.
Συνεπώς, είναι αναγκαίο να επισημανθούν και να κατονομαστούν οι πολιτικές, αστικές και ποινικές ευθύνες και όσοι και όποιοι είναι οι φορείς αυτών των ευθυνών.
Συμπερασματικά, χρειάζεται να χυθεί άπλετο φως στη σήψη που υπήρξε στη δημόσια ζωή, στην οικονομία και στο τραπεζικό σύστημα και η προσαγωγή παντός υπαιτίου ενώπιον των αρμοδίων δικαστηρίων. Δεν μπορεί να συνεχίζεται η δηλητηρίαση της πολιτικής ζωής με την γενική απαξίωση και τον ισοπεδωτικό αφορισμό.
Περαιτέρω, εκείνο που επείγει είναι οι θαρραλέες ριζοσπαστικές αλλαγές, οι τομές και οι ανατροπές. Στο Κράτος, στους Θεσμούς, στις πολιτικές λειτουργίες. Οι αλλαγές αυτές πρέπει να στοχεύουν να σαρώσουν τις αγκυλώσεις και τα κατεστημένα παντός είδους.
Μέσα από αυτές τις αλλαγές πρέπει το πολιτικό σύστημα να ανακτήσει την αυτοδυναμία του, να εξουδετερώσει τη χειραγώγηση του από τις ποικίλες εξαρτήσεις ενώ θα θέτει τα θεμέλια για ένα νέο μοντέλο διακυβέρνησης που θα αποκαθιστά ένα σύγχρονο, αποκεντρωμένο, φιλικό και αποτελεσματικό δημόσιο τομέα.
Η Κυπριακή κοινωνία αναζητεί απαντήσεις με συγκεκριμένες πολιτικές. Μακριά από φλύαρες και ανέξοδες ρητορείες για αλλαγές που μένουν στο επίπεδο των εξαγγελιών.
Έλεγχος, κοινωνική λογοδοσία, μεταρρυθμίσεις που θα έχουν στο επίκεντρο τον πολίτη, αναβάθμιση του ρόλου της κοινωνίας των πολιτών, προοδευτικός εκσυγχρονισμός, με στόχο την κοινωνική συνοχή και ακύρωση των προνομίων για τους λίγους. Αυτή είναι η απάντηση στην κρίση.
Ενώπιον της συνεχούς κρισιολογίας, της μίζερης μεμψιμοιρίας, του μηδενισμού και της καταστροφολογίας επιβάλλεται να προβάλει ζωογόνος και λυτρωτική η σφριγηλή δύναμη της πολιτικής. Μέσα από την αυτοκάθαρση αλλά και την τιμωρία κάθε έκνομης ανέντιμης και ποινικά κολάσιμης συμπεριφοράς.
Μόνο έτσι θα αποκατασταθεί η χαμένη τιμή της πολιτικής και θα προβάλει ξανά ως διαδικασία και λειτουργία χρήσιμη για την Δημοκρατία.