Η νομοθετική μεταρρύθμιση στον κρίσιμο θεσμό της Τ.Α θα δοκιμαστεί, σε ότι αφορά την υλοποίηση της, από τις προσεχείς εκλογές και την έμπρακτη πραγμάτωση της στη συνέχεια.
Σε μια εποχή που η πολιτική διαδικασία πλήττεται από μια ολόπλευρη κρίση, που μειώνεται δραματικά η αξιοπιστία της ως συμμετοχικής διαδικασίας, δημοκρατικής και αποτελεσματικής, η Τοπική Αυτοδιοίκηση ως θεσμός, λειτουργία και διαδικασία μπορεί αναδειχθεί κρίσιμης σημασίας για την αναβάθμιση του πολιτικού συστήματος και της ίδιας της δημοκρατίας. Αυτό όμως προϋποθέτει μια παραδοχή και ταυτόχρονα μια συλλογική ανάληψη ευθύνης. Η παραδοχή πρέπει να εστιάζεται στο αναντίλεκτο γεγονός ότι οι κεντρικές εκτελεστικές εξουσίες, οι συγκεντρωτικές διοικήσεις και οι πολυδαίδαλες γραφειοκρατικές τους διαδικασίες μοιάζουν απόμακρες και πολλές φορές αποκρουστικά απεχθείς για τους πολίτες. Η συλλογική ανάληψη ευθύνης πρέπει να επικεντρώνεται σε μια προσπάθεια διασφάλισης της θεσμικής συμμετοχής των πολιτών στη διαμόρφωση κρίσιμων αποφάσεων σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο.
Μια προοδευτική αντίληψη και πρακτική, είναι η ενίσχυση και ο «εξοπλισμός» των τοπικών αρχών με περισσότερες αρμοδιότητες και εξουσίες με παράλληλη αποδυνάμωση κάθε είδους συγκεντρωτικών εξουσιών. Μια τέτοια εξέλιξη οδηγεί αναπόδραστα σε σφριγηλούς και αποτελεσματικούς αυτοδιοικητικούς φορείς που λειτουργούν στη βάρη της αρχής της αυτοδιαχείρισης και της επικουρικότητας με αποτέλεσμα να βρίσκονται σε αντιστοιχία με τη συλλογική έκφραση και δράση των τοπικών κοινωνιών. Η εξήγηση είναι απλή. Οι τοπικές αυτοδιοικητικές αρχές διαφοροποιούνται και διακρίνονται από μια παγερή και απόμακρη κεντρική εξουσία κυρίως γιατί συνδέονται με την καθημερινή ζωή και τη συμβίωση των πολιτών.
Με τις επενεχθείσες νομοθετικές αλλαγές γίνεται ένα θετικό βήμα, παρ’ όλο που η μεταρρύθμιση θα μπορούσε να είναι πιο τολμηρή.
Το κρίσιμο καθοριστικό στοιχείο που θα ανατρέψει την άκρα επιφυλακτικότητα των πολιτών προς την εξουσία και τη συνακόλουθη έλλειψη εμπιστοσύνης προς την πολιτική διαδικασία είναι η συμφιλίωση των τοπικών κοινωνιών με τις τοπικές εξουσίες. Και αυτό θα γίνει πράξη αν οι πολίτες θεωρούν δικές τους τις τοπικές αρχές και αν έχουν την πεποίθηση ότι τις εξουσίες θα τις διαμορφώνουν, θα τις βελτιώνουν οι ίδιοι. Αν αισθάνονται ότι η εξουσία τους θα είναι αυτενεργός, ότι δεν θα είναι προέκταση της κεντρικής εξουσίας ή ένας από τους μηχανισμούς του κράτους που ασκεί δημόσια διοίκηση κατά κρατική παραχώρηση.
Στην Κύπρο με δεδομένη την απουσία μιας μακράς δημοκρατικής παράδοσης στην Τοπική Αυτοδιοίκηση λόγω του διοριστικού συστήματος όχι μόνο στα χρόνια της αποικιοκρατίας αλλά και για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα την περίοδο μετά την ανεξαρτησία, επιβάλλονται αλλαγές και καινοτομίες.
Αποφασιστική αποκέντρωση, διοικητική αυτοτέλεια και οικονομική αυτοδυναμία είναι τα κρίσιμα κλειδιά για μια μεγαλόπνοη μεταρρύθμιση. Με μηχανισμούς αυστηρού ελέγχου, αξιόπιστους και αποτελεσματικούς.
Με δεδομένο ότι οι κοινωνίες του μέλλοντος δεν θα έχουν τη δομή του υπερτροφικού συγκεντρωτικού κράτους του παρελθόντος, η εξέλιξη των κοινωνιών και η προαγωγή πραγματικών συστημάτων δημοκρατικής οργάνωσης θα επιφέρουν αποφασιστικό χτύπημα και θα αποδυναμώσουν καίρια το ισχυρό και παντοδύναμο κράτος της συγκεντρωτικής εξουσίας.
Νέες μορφές οργάνωσης αυτοδιαχειριζόμενων τοπικών κοινωνιών θα αναδειχθούν ως η νομοτελειακή εξέλιξη ενίσχυσης του ρόλου των ίδιων των πολιτών. Παιδεία, πολιτισμός, κοινωνικές υπηρεσίες πρέπει να αναδειχθούν πεδία ενασχόλησης των τοπικών αρχών.
Αξίζει μιας ιδιαίτερης αναφοράς η προσφορά κοινωνικών υπηρεσιών από την Τοπική Αυτοδιοίκηση. Σε μια εποχή που το κράτος δέχεται επιθέσεις, που οι κοινωνικές υπηρεσίες είναι υπό κατηγορία με το επιχείρημα ότι δεν είναι κερδοφόρες (!) η ανάδειξη σε νομικό και κοινωνικό επίπεδο των αρχών της αλληλεγγύης και της συνοχής είναι ένα παρήγορο γεγονός. Σε αυτό τον τομέα απομένει να προχωρήσει μια γενναία νομοθετική αλλαγή.
Εξαιρετικής σημασίας είναι ότι, κατά κανόνα, στις χώρες μέλη της Ε.Ε. οι κοινωνικές υπηρεσίες κοινού συμφέροντος προσφέρονται κατά το πλείστον σε επίπεδο τοπικών αρχών. Η Τοπική Αυτοδιοίκηση διαδραματίζει ένα κομβικό ρόλο κρίσιμης και καθοριστικής σημασίας τόσο στον προγραμματισμό όσο και στη διασφάλιση της ποιότητας των παρεχομένων κοινωνικών υπηρεσιών. Μέσα στις αρμοδιότητες της Τοπικής Αυτοδιοίκησης έχει προβλεφθεί με νομικό – θεσμικό πλαίσιο η δυνατότητα των τοπικών αρχών να προσφέρουν πολλές κοινωφελείς υπηρεσίες καταπολεμώντας την απομόνωση, την αποξένωση και το μαρασμό, δημιουργώντας ταυτόχρονα τις προϋποθέσεις για να σμικρύνονται τα χάσματα όχι μόνο σε κοινωνικό αλλά και σε γεωγραφικό επίπεδο. Αυτό σημαίνει απλά, ότι οι διάφορες περιφέρειες σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο πρέπει σταδιακά μέσω προγραμμάτων που θα υλοποιούνται από τις τοπικές αρχές να διαθέτουν το ίδιο επίπεδο υπηρεσιών και κοινωνικής στήριξης. Με κατοχύρωση ίσων ευκαιριών και δυνατοτήτων και με καταπολέμηση των διακρίσεων οποιαδήποτε μορφής. Κοινωνικά αγαθά όπως είναι η ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και η στέγη, μπορούν ευκολότερα μέσα στα πλαίσια εθνικών σχεδιασμών να παρέχονται πολύ αποτελεσματικά, χωρίς γραφειοκρατίες και κρατικίστικες αγκυλώσεις από της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Η διασύνδεση του ΓΕΣΥ με τις τοπικές αρχές είναι ως εκ τούτου απολύτως αναγκαία.
Είναι λοιπόν επείγον και στην Κύπρο να εγκαταλειφθούν συντηρητικές αντιλήψεις και νοοτροπίες. Η Τοπική Αυτοδιοίκηση πρέπει να πάψει να λειτουργεί και να αναπαράγεται σαν ένα απλό διοικητικό σύστημα, με συρρικνωμένες αρμοδιότητες και με αδυναμία εξόδου από ένα ασφυκτικό κλοιό συγκεντρωτικής εξουσίας. Το νέο νομοθετικό πλαίσιο συνιστά μια μεγάλη πρόκληση.
Άλλωστε οι τολμηρές μεταρρυθμίσεις στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, η μετατροπή της σε όργανο λαϊκής κυριαρχίας, βάθρο δημοκρατίας με αποφασιστική αποδυνάμωση του κεντρικού κράτους είναι η μεγάλη επιταγή της νέας εποχής.
Μόνο έτσι ο θεσμός θα καταστεί σύγχρονος, αποτελεσματικός και φιλικός στους πολίτες. Και μόνο έτσι θα γίνει το αποφασιστικό βήμα για την πραγματική μεταρρύθμιση.
Γιαννάκη Λ. Ομήρου
πρώην Προέδρου Βουλής των Αντιπροσώπων