Το τελευταίο διάστημα, σύσσωμες οι κοινοτικές αρχές του Ακάμα πραγματοποιούμε αγώνα δρόμου για να προλάβουμε τον περαιτέρω μαρασμό και αποκλεισμό των κοινοτήτων μας, ζητώντας την αναθεώρηση του υφιστάμενου Τοπικού Σχεδίου Ακάμα, ενός σχεδίου που κάθε άλλο παρά βιώσιμο είναι.
Αυτό που διεκδικούμε, είναι η δημιουργία συνθηκών που θα φέρουν πραγματική ανάπτυξη και αναζωογόνηση της τοπικής οικονομίας, σε συνδυασμό με την προστασία του περιβάλλοντος.
Το αφήγημα που θέλει τους κατοίκους του Ακάμα να επιθυμούν να τσιμεντώσουν την περιοχή και να καταστρέψουν τη φύση στον βωμό του χρήματος, είναι πέρα για πέρα λανθασμένο. Ως κάτοικοι της περιοχής, έχουμε μεγαλώσει μέσα στη φύση και είμαστε οι πρώτοι που επιθυμούμε την προστασία και την ευημερία του φυσικού περιβάλλοντος της περιοχής μας, αφού αναγνωρίζουμε ότι από αυτό εξαρτάται η δική μας υγεία και ευημερία.
Το ζητούμενο είναι να βρεθεί η κοινή συνισταμένη, ώστε περιβάλλον και άνθρωποι να ζουν αρμονικά. Αναμένουμε από την Κυβέρνηση να δώσει τέτοια κίνητρα στους ανθρώπους του Ακάμα, μέσα από τα οποία θα επιτυγχάνεται η προστασία της φύσης, αλλά και η διατήρηση του πληθυσμού της περιοχής. Αρνούμαστε να δεχθούμε οτιδήποτε αναμένεται να καταδικάσει τις κοινότητες του Ακάμα σε ερήμωση.
Άλλωστε, κανένα σχέδιο δεν μπορεί να εφαρμοστεί με επιτυχία, χωρίς τη συναίνεση και αποδοχή του από την τοπική κοινωνία, κάτι το οποίο επιβεβαιώνει και πρόσφατη έρευνα των πανεπιστημίων East Anglia και European School of Political and Social Sciences (ESPOL), σύμφωνα με την οποία οι τοπικές κοινότητες είναι οι καλύτεροι διαχειριστές περιβαλλοντικά ευαίσθητων περιοχών.
Όπως ανέδειξε η έρευνα, η εμπλοκή των τοπικών κοινοτήτων στη διαδικασία λήψης αποφάσεων, η κατανόηση των αιτημάτων τους από την Πολιτεία, καθώς και η κοινωνικοοικονομική τους ενδυνάμωση, αποτελούν την πιο βιώσιμη μέθοδο για τη μακροπρόθεσμη προστασία ευαίσθητων περιοχών.
Η ερευνητική ομάδα έφθασε σε αυτό το συμπέρασμα μελετώντας τα αποτελέσματα από 169 τοπικά σχέδια προστασίας του περιβάλλοντος σε όλο τον κόσμο, από τα έργα αποκατάστασης εθνικών δασών στην Ταιβάν, μέχρι τα έργα βιώσιμης αλιείας στη Νορβηγία, τη διαχείριση της πανίδας στη Ζάμπια και τη διατήρηση υγροτόπων στην Γκάνα. Όπως διαπίστωσαν οι ερευνητές, στις περιπτώσεις όπου το 56% των περιοχών βρισκόταν υπό την επιτήρηση των τοπικών κοινοτήτων, καταγράφηκαν θετικά αποτελέσματα, τόσο όσον αφορά την ανθρώπινη ευημερία όσο και για την προστασία του περιβάλλοντος. Αντίθετα, σε περιοχές οι οποίες βρίσκονταν υπό καθεστώς «εξωτερικής» επιτήρησης, μόνο στο 16% παρατηρήθηκαν θετικά αποτελέσματα, ενώ σε περισσότερο από το ένα τρίτο αυτών των περιοχών, δημιουργήθηκαν συγκρούσεις μεταξύ του τοπικού πληθυσμού, κυβερνήσεων και περιβαλλοντικών οργανώσεων, οι οποίες οδηγούν κατ’ επέκταση σε αρνητικές επιπτώσεις σε κοινωνικοοικονομικό επίπεδο.
Στα συμπεράσματά τους, οι ερευνητές αναφέρουν ότι «οι άνθρωποι που ζουν πιο κοντά σε προστατευόμενες περιοχές είναι πολλές φορές περιθωριοποιημένοι. Οι συνθήκες διαβίωσής τους πολύ συχνά οδηγούν σε διαφωνίες, πόλωση και συγκρούσεις με την κυβέρνηση και άλλα ενδιαφερόμενα μέρη. Αντίθετα, η εμπλοκή τους στη λήψη αποφάσεων και η κοινωνικοοικονομική ενδυνάμωσή τους προωθεί την ενασχόλησή τους με την προστασία του περιβάλλοντος». Παράλληλα τονίζεται ότι με την κατάλληλη υποστήριξη από τις κυβερνήσεις, μέσω αποτελεσματικών πολιτικών που αναγνωρίζουν τις ανάγκες των ανθρώπων, οι τοπικές κοινότητες μπορούν και πρέπει να βρεθούν στο τιμόνι των προσπαθειών για την προστασία του περιβάλλοντος. Σε αντίθετη περίπτωση, η αφαίρεση από τους κατοίκους, του δικαιώματος ιδιοκτησίας και διαχείρισης γης που βρίσκεται σε προστατευόμενες περιοχές, δημιουργεί αρνητικό αντίκτυπο στις προσπάθειες για προστασία τους.
Μάλιστα, ο Δρ. Neil Dawson, συντονιστής της έρευνας και καθηγητής Διεθνούς Ανάπτυξης στο πανεπιστήμιο East Anglia, σχολίασε πολύ εύστοχα ότι, «η εν λόγω μελέτη δείχνει πως είναι καιρός να επικεντρωθούμε στο ποιος προστατεύει τη φύση και με ποιο τρόπο, αντί να σκεφτόμαστε πόσο ποσοστό της γης θα περιφράξουμε».
H έρευνα αποτελεί μια πολύ καλή βάση για τη διαχείριση του θέματος του Ακάμα, καθώς και οδικό χάρτη για την κυβέρνηση και τα αρμόδια υπουργεία και τμήματα, ενόψει της επικείμενης δημοσιοποίησης του Τοπικού Σχεδίου Ακάμα.
Του Γιάγκου Τσίβικου
Κοινοτάρχη Ίννιας